Ο ήρωας Τάσος Ισαάκ όταν τον κτυπούσαν θανάσιμα οι "Γκρίζοι Λύκοι".
Ο τίτλος μπορεί να φαίνεται προκλητικός, αιμοβόρος ή ότι άλλο κακό μπορεί να φανταστεί κανείς. Όμως ο "πόλεμος" στον οποίο αναφέρομαι δεν είναι ο πόλεμος διά των όπλων, αλλά ο πόλεμος ο πολιτικός που θα πρέπει η Κυπριακή Δημοκρατία ως μόνο νόμιμο κράτος στο νησί να διεξάγει πρώτα με το Ψευδοκράτος και δεύτερα με την Τουρκία. Αυτό βέβαια ως πρόλογο στο παρών άρθρο. Ας δούμε όμως τις πτυχές, τα προβλήματα και τις αδυναμίες της Κυπριακής Δημοκρατίας και των κομμάτων του τόπου. Επίσης, ας εξετάσουμε, με όσες γνώσεις βέβαια κατέχουμε, πόσο αποτυχημένα είναι τα κόμματα που υπάρχουν επί δεκαετίες και δεν είναι σε θέση ακόμη να μελετήσουν και να παρουσιάσουν μια ολοκληρωμένη στρατηγική απελευθέρωσης για το κυπριακό μας ζήτημα.
Αρχικά είναι γνωστό ότι κανένα, μα κανένα απολύτως πολιτικό κόμμα (σημερινό τουλάχιστον) δεν έχει μια πρόταση απελευθέρωσης της Κύπρου. Κι όταν λέμε πρόταση δεν εννοούμε απλά τι θέλουμε, τουλάχιστον εδώ έχουμε μια προσέγγιση, αλλά το πώς το κάνουμε αυτό που θέλουμε.
Όταν κάποιος μιλά για απελευθέρωση φαντάζει ονειροπόλος και άνθρωπος που ζει εκτός πραγματικότητας. Βέβαια, είναι σημαντικό να πούμε και τίμιο πως ένα τέτοιο συμπέρασμα φαινομενικά είναι ρεαλιστικό. Με τόσους εποίκους στα κατεχόμενα εδάφη μας, νέες γενιές Τούρκων να μεγαλώνουν, με τις δομές του Ψευδοκράτους σιγά - σιγά να αναγνωρίζονται είναι κάπως δύσκολο και μη ρεαλιστικό να μιλά κάποιος για απελευθέρωση το 2014.
Βέβαια, όπως λέει και ο Γιάννος Χαραλαμπίδης, συχνά πυκνά, στην πολιτική η αρχοντιά και επιτυχία έγκειται όχι στο τι μπορείς να κάνεις με τα παρόντα δεδομένα, αλλά στο πώς εσύ θα καταφέρεις να αλλάξεις τα παρόντα δεδομένα και να επιτύχεις τον στόχο σου.
Όπως λοιπόν το 1950 η Ένωση ήταν η εφικτή λύση για την Κύπρο και η διχοτόμηση η ανέφικτη, μετά το 1974, η Τουρκία κατάφερε, η Ένωση να είναι η ανέφικτη λύση και η διχοτόμηση η πιο εφικτή.
Σήμερα ο πρώτιστος στόχος λοιπόν είναι η απελευθέρωση της νήσου μας. Δηλαδή, αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων, των εποίκων και επιστροφή των εδαφών μας πίσω στην κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτό σημαίνει εμπράκτως απελευθέρωση και δεν θα έπρεπε καν να υπάρχει συζήτηση επιστροφής των προσφύγων, αφού η επανενσωμάτωση των κατεχομένων αυτόματα σημαίνει και επιστροφή των περιουσιών στους νόμιμους κατοίκους του νησιού.
Το ζήτημα λοιπόν με τα πολιτικά κόμματα, είναι ότι κανένα δεν έχει μια ικανοποιητική πρόταση που θα προκαλεί σοβαρό κόστος στην Τουρκία, θα απομονώνει εμπράκτως το Ψευδοκράτος (με ότι αυτό συνεπάγεται) και θα δίνει ξανά ελπίδες λευτεριάς.
Η πρόταση θα πρέπει να είναι η εξής: Αποχώρηση από τις συνομιλίες με τον κατακτητή (βέβαια με προσχεδιασμό για να μπορέσει να γίνει όσο πιο ανώδυνα γίνεται) και αποκήρυξη του Ψευδοκράτους στην ολότητα του. Δηλαδή, η Κυπριακή Δημοκρατία ως κυρίαρχο κράτος δεν αναγνωρίζει κανένα κατοχικό ηγέτη ως εκπρόσωπο των Τ/κ. Γιατί και ουσιαστικά δεν είναι εκπρόσωπος και κακώς εμείς συζητούμε μαζί του. Επίσης, να ακολουθηθούν όλες οι πρακτικές απομόνωσής της αποσχιστικής οντότητας όπως κλείσιμο των οδοφραγμάτων, όχι μόνο για απομόνωση του Ψευδοκράτους αλλά και για να επικρατήσει η έννομη τάξη στο νησί.
Δεύτερος πυλώνας επίλυσης είναι ξεκάθαρη και αμετάκλητη θέση επί του κυπριακού ζητήματος και αναζήτηση συμμάχων ισχυρών, κυρίως στρατιωτικών. Μπορούν επίσης να υπάρξουν και κοινά συμφέροντα χωρών και πλήρης εκμετάλλευση των νέων δεδομένων όπως της εξόρυξης υδρογονανθράκων.
Έχοντας αυτούς τους δύο πυλώνες υπόψιν και χωρίς να παρεκκλίνουμε, θα πρέπει σιγά σιγά με τα χρόνια να αναγκάσουμε την Τουρκία να μας παραδώσει πίσω τα εδάφη μας. Θα τα πάρουμε εμείς πίσω τα εδάφη γιατί πολύ απλά η Τουρκία δεν θα έχει πλέον συμφέρον να κρατεί τα εδάφη μας, θα της είναι κόστος. Στην περίπτωση που κάτι τέτοιο δεν συμβεί -δηλαδή ανάκτηση των εδαφών μας- θα έχουμε, τουλάχιστον, εγγυημένη την διάλυση ή την πλήρη αποδυνάμωση του παράνομου καθεστώτος. Αυτό θα μας δώσει ανάσες απελευθέρωσης και ελπίδα επιστροφής αλλάζοντας έτσι τα παρόντα δεδομένα άρδην.
Η πρόταση επίλυσης πρέπει να είναι ξεκάθαρη και πρέπει να είναι σταθερή, αλλιώς σε κάποια χρόνια θα προσπαθεί η Κυπριακή Δημοκρατία να συνάψει σχέσεις με το πλέον αναγνωρισμένο κρατίδιο στα κατεχόμενα που θα ονομάζεται "Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου".
Μετά την λύση απελευθέρωσης που θα επιβληθεί, που σημαίνει δηλαδή αποκατάσταση της νομιμότητας, διάλυση της παρανομίας και εν τέλει επιστροφή των κατεχομένων εδαφών στην Κυπριακή Δημοκρατία, πρέπει να εγκαθιδρυθεί νέο σύνταγμα παρμένο από τους Κυπρίους και να μην επαναληφθούν οι γελοιότητες του 1960. Μετά από αυτό ο λαός θα πρέπει να έχει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Δικαίωμα το οποίο άσκησε το 1950 και από κανέναν δεν εισακούστηκε.
Μπορεί και αυτή η προσέγγιση να φαντάζει μη ρεαλιστική, επικίνδυνη ή ακραία. Όμως οφείλουμε να προσπαθήσουμε για λευτεριά της Πατρίδας μας. Οφείλουμε και δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να την ξεπουλούμε στους Τούρκους και να αναγνωρίζουμε τα τετελεσμένα της βαρβάρου τούρκικης εισβολής μιλώντας με τον κατοχικό ηγέτη και υπογράφοντας χωρίς αντίρρηση την διχοτομική ΔΔΟ.
Οφείλουμε, στα παλληκάρια που πέσανε για μας, για την λευτεριά μας, τόσο το '55 όσο και το '74. Γιατί κι εμείς θα πρέπει να αγωνιστούμε για τις νέες τις γενιές. Για να μπορέσουν τα εγγόνια μας να κτίσουν και να ζήσουν στην Κερύνεια στο Βαρώσι, στην Μόρφου κάτω από καθεστώς που οι ίδιοι θα διοικούν και θα κτίσουν. Αλλιώς, ποιο το νόημα να ζεις σε ένα τόπο που ο πολίτης δεν θα έχει καμιά δικαιοδοσία σ' αυτόν;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου